FRONT

 

 

   Ὁ ὑπογράφων τὸ παρόν, φίλε ἀναγνώστη, ἀνήκω στὸ μέγα, ὑποθέτω, πλῆθος τῶν ἑλλήνων πολιτῶν ποὺ ἐκ πεποιθήσεως ἢ ἰδιοσυγκρασίας δὲν ἐδοκίμασαν ποτὲ νὰ ἐμπλακοῦν στοὺς πολιτικούς (δηλ. κομματικούς) ἐκλογικοὺς ἢ ἄλλους μηχανισμούς. Κατ’ ἀνάγκην λοιπὸν παρακολουθῶ ὡς θεατής, ἀπὸ κάποιες ἔντυπες ἢ ἠλεκτρονικὲς κερκίδες, τὰ διαδραματιζόμενα στὴν προεκλογικὴ σκηνή, ὅπως βεβαίως αὐτὰ σκηνοθετοῦνται, φωτιζόμενα ἢ σκιαζόμενα, μέσῳ ἐγχρώμων φανερῶν ἢ κρυφῶν προβολέων.

 

   Βεβαίως ἡ ζωή μας εἶχε πάντοτε καὶ τὴν θεατρική της διάσταση, τὴν κάποτε ἢ συνήθως χαζοχαρούμενη, ὅταν μάλιστα ἀπωθοῦμε, συνειδητὰ ἢ ἀσυνείδητα, τὴν βεβαιότητα τῆς ἐσχάτης αὐλαίας. Ἐνθυμοῦμαι τοὺς μελαγχολικοὺς ἐκείνους στίχους τοῦ Λάμπρου Πορφύρα ποὺ διαβάζαμε κάποτε στὰ σχολικά μας βιβλία:

 

                       Δὲν ξέρω πῶς νὰ σοῦ τὸ εἰπῶ, μὰ ὁ δρόμος χθὲς τὸ βράδυ,

                       μέσ’ στὴν σταχτιὰ τὴ συννεφιά, σὰ θέατρο εἶχε γίνει·

                       μόλις φαινόταν ἡ σκηνὴ στ’ ἀνάριο τὸ σκοτάδι

                       καὶ σὰ σκιὲς φαινόντανε μακριά μου οἱ θεατρίνοι.

 

Ἔχω λοιπὸν τὴν ἐντύπωση, ἐντονώτερα τὶς προεκλογικὲς αὐτὲς ἡμέρες, ὅτι παρακολουθοῦμε πάλι ἕνα θέατρο ἢ μᾶλλον τὶς δοκιμὲς μιᾶς παραστάσεως, μιᾶς ἱλαροτραγῳδίας ἴσως, ποὺ ἀκόμη δὲν ἔχει γραφῆ καὶ μόλις τώρα σχεδιάζονται οἱ χαρακτῆρες καὶ οἱ ρόλοι τους. Διότι οἱ κομματικοὶ σχηματισμοὶ καὶ τὰ ἐπὶ μέρους πρόσωπα, φανερὰ πλέον, ὑπὸ τὴν προοπτικὴ τῶν ἐκλογῶν, ἐπιχειροῦν νὰ ἀναπροσδιορισθοῦν, νὰ ἐπιλέξουν δηλαδὴ τό, κατὰ τὴν ἄποψή τους, θελκτικώτερο γιὰ τὸ «πόπολο» προσωπεῖο, μὲ τὸ ὁποῖο οἱ ἴδιοι σχηματισμοί, καὶ κυρίως οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι, θὰ κατέλθουν στὸν ἐκλογικὸν ἀγῶνα.

 

Αὐτῆς λοιπὸν τῆς προφανοῦς θεατρικῆς συμβάσεως, ὡς ἁπτές, ὑποτίθεται, καὶ ἀντικειμενικὲς ἀποδείξεις προβάλλονται συμβατικοὶ ἐπίσης προσδιορισμοί, δηλαδὴ λέξεις καὶ περιφράσεις. Εἶναι ὅμως, φίλε ἀναγνώστη, πλέον ἢ βέβαιον, ὅπως ὁ Hobbes εἶχεν ὑποδείξει καὶ πρὸ αὐτοῦ ὁ Σωκράτης εἶχε ἀποδείξει, ὅτι τίποτε δὲν εἶναι περισσότερο γενικὸ ἀπὸ τὶς λέξεις, ἀφοῦ στὸ ἴδιο ὄνομα ἀκούουν πράγματα μὲ διαφορετικὴ τὸ καθένα ἀτομικότητα καὶ ἀξία. Νὰ ὑπενθυμίσω, ὡς ἀκραῖο παράδειγμα, ὅτι μόλις πρὸ ἐλαχίστων ἐτῶν εἶχαν διαιρέσει τοὺς ἀφελεῖς νεοέλληνες οἱ διχαστικοὶ προδιορισμοὶ «μνημονιακὸς» καὶ «ἀντιμνημονιακός», οἱ ὁποῖοι, καίτοι ἀντιθετικοί, ἐταυτίσθησαν ἐν τέλει πρακτικῶς ἐντὸς τοῦ ἰδίου κυβερνητικοῦ σχηματισμοῦ, ἀφοῦ προηγουμένως δὲν ἐλήφθη ὑπ’ ὄψιν οὔτε κἂν ἢ κατ’ ἐξοχὴν ἀντίφασις, ἡ ἐκφραζόμενη λογικῶς παντοῦ διὰ τῶν λέξεων «ναὶ» καὶ «ὄχι». Πέραν αὐτῶν ὑποθέτω πὼς δὲν ἀπαιτεῖται ἰδιαίτερη ὀξύνοια γιὰ νὰ άντιληφθῇ κανεὶς ὅτι ἁπλῶς ὑπηρετεῖ τὸν ἐντυπωσιασμὸ ἡ χρήση τοῦ ρητορικοῦ σχήματος ποὺ ὀνομάζεται «ὀξύμωρον» σὲ περιφράσεις τοῦ τύπου «δημιουργικὴ ἀσάφεια» ἢ «ὀλιγαρκὴς ἀφθονία»!

 

Πάντοτε λοιπὸν εἶχα τὴν ἴσως ἁπλοϊκὴ ἀπορία περὶ τοῦ τί σημαίνουν στὸν τόπο μας ἀκριβῶς, δηλαδὴ στὴν πράξη, λέξεις ὅπως προοδευτικός, ριζοσπαστικός, δεξιός, ἀριστερός, κεντρῶος, φιλελεύθερος κεντροαριστερός, κεντροδεξιός, νεοφιλελεύθερος καὶ ἕνα πλῆθος ἄλλων χαρακτηρισμῶν ποὺ ἀποδίδουν οἱ πολιτικοί μας καὶ οἱ κομματικοί τους σχηματισμοὶ ἐγκωμιαστικῶς εἰς ἑαυτοὺς καὶ περιφρονητικῶς εἰς τοὺς ἀντιπάλους των. Ἐσχάτως βέβαια οἱ ἐκλογικοὶ μηχανισμοὶ ἐπιχειροῦν νὰ ἑρμηνεύσουν, δὲν λέγω νὰ ὑλοποιήσουν, τοὺς προσδιορισμοὺς αὐτοὺς διὰ τῆς ἀποπομπῆς ἢ τοῦ προσεταιρισμοῦ προσώπων, ὑποτίθεται συνεπῶν πρὸς ἐκείνους, μολονότι, μέσῳ τῆς γενικότητος τῶν λέξεων αὐτῶν, τυπικῶς προφανῶς, ἰσοπεδώνονται καὶ οἱ ἀτομικότητες τῶν ἀνθρώπων.

 

   Ἡ ἀναντιστοιχία παλαιοτέρων ἢ καὶ προσφάτων λόγων καὶ συμπεριφορῶν τῶν ἰδίων προσώπων καὶ σχηματισμῶν ἀποδεικνύει τοῦ λόγου τὸ ἀληθές καὶ τὸν καιροσκοπισμὸ ἐπίσης τῆς πολιτικῆς. Ὑποθέτω, π.χ., ὅτι καὶ ὁ πλέον ἱκανὸς φυσικὸς θὰ ἀπελπιζόταν προσπαθῶντας νὰ ἀποτυπώσῃ ἐπὶ τοῦ χάρτου μιὰ λογικῶς κατανοητὴ συνισταμένη τοῦ κυβερνῶντος σήμερα σχηματισμοῦ, συνυπολογίζοντας τὶς πολλὲς ἀρχικὲς «συνιστῶσες» του μὲ αὐτὲς ποὺ διαδοχικῶς ἔχει μέχρι σήμερα πανταχόθεν προσλάβει. Οὔτε ἐπίσης ἀντιλαμβάνομαι τί πρακτικῶς προσθέτει ἣ ἀφαιρεῖ στὸν αὐτοπροσδιορισμὸ τοῦ κόμματος τῆς ἀξιωματικῆς ἀντιπολιτεύσεως ὁ προσεταιρισμός, π.χ., τοῦ κ. Π. Τατσόπουλου. Ὁ ἀναγνώστης ἀντιλαμβάνεται ἀσφαλῶς ὅτι εἶναι ἐπιεικῶς δημαγωγικὴ αὐτὴ ἡ προσπάθεια προσδιορισμοῦ τῶν φύσει ἀσαφῶν ἰδεολογικῶν ταυτοτήτων μὲ τὴν ἀσύμβατη ἐν προκειμένῳ λογικὴ τοῦ μέσου ὅρου, μέσῳ δηλαδὴ τῆς προσθαφαιρέσεως ρευστῶν, διαχρονικῶς, ἀλλὰ καὶ συγχρονικῶς, ἀνθρωπίνων ὑλικῶν. Ἡ κυρία Μεγαλοοικονόμου, ἂς ποῦμε, (γιὰ νὰ χρησιμοποιήσω ἕνα, ἔστω ἀκραῖο, παράδειγμα) ἀποτελεῖ ἀφ’ ἑαυτῆς μιὰν ἀστάθμητη καὶ ἀπρόβλεπτη «συνιστῶσα»!

 

 

   Πρὸ ὀλίγων ἡμερῶν, φίλε ἀναγνώστη, ἔτυχε νὰ παρακολουθήσω σὲ κάποιον τηλεοπτικὸ σταθμὸ τὴν ὑπὸ τύπον συνεντεύξεως παρουσίαση ἑνὸς ὑποψηφίου βουλευτοῦ, τοῦ ὁποίου δὲν ἐνθυμοῦμαι πλέον τὸ ὄνομα οὔτε εἶχα ποτὲ ἀκούσει κάτι περὶ αὐτοῦ, παρὰ τὸ ὅτι οἱ διευθύνοντες τὴν συζήτηση χρησιμοποιῶντας τὸ γνωστὸ σχῆμα τῆς ἀποσιωπήσεως ἐτόνισαν ὅτι ὁ ἐν λόγῳ εἶναι τόσον πολὺ γνωστὸς καὶ ἀναγνωρίσιμος, ὥστε νὰ εἶναι περιττὴ κάθε περαιτέρω ἀναφορὰ στὴν προσωπικότητά του. Κατὰ τὴν ἐξέλιξη λοιπὸν τῆς συζητήσεως προέκυψε ὅτι ὁ ἐν λόγῳ εἶχε κατὰ τὴν νεότητά του κάποιαν ἐνεργὸ συμμετοχὴ στὶς μετὰ τὴν μεταπολίτευση πολιτικὲς ζυμώσεις, στὶς ἀποσχίσεις δηλαδή, τὶς διαιρέσεις καὶ ὑποδιαιρέσεις τῆς παλαιᾶς «Ἀριστερᾶς», ἀκολουθῶντας τὴν γνωστὴ στὸν τόπο μας σταδιακὴ πορεία πρὸς τὰ «δεξιὰ» ὄχι ὀλίγων πολιτικῶν μας. Ἐκεῖνο ὅμως ποὺ μοῦ προξένησε ἰδιαίτερη ἐντύπωση καὶ ἀπετέλεσε τὴν ἀφορμὴ τοῦ παρόντος σημειώματος ἦταν ὁ ἰσχυρισμὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου ὅτι ὁ βαθμιαῖος πολιτικός του ἀναπροσανατολισμὸς εἶχε ὡς κίνητρο τὸν πόθο γιὰ τὴν ἀνακάλυψη τῆς ἀπόλυτης ἀλήθειας!

 

   Βεβαίως εἶναι τοὐλάχιστον παράδοξο τὸ νὰ ζητῇ κανεὶς τὴν ἀλήθεια, καὶ μάλιστα στὴν «ἀπόλυτη» μεταφυσική της διάσταση, στὸν χῶρο τῆς πολιτικῆς. Διότι ἔχει πλέον ἐκ τῶν πραγμάτων ἀποδειχθῆ ὅτι αὐτὸ τὸ ἀκριβὸ «χρῆμα καὶ ὄνομα» δὲν ἐγκατοικεῖ σὲ κανέναν ἀνθρώπινο πολιτικὸν ὀργανισμό, σὲ καμμιὰ «ἰδανικὴ» Πλατωνικὴ ἢ ἄλλη Πολιτεία, σὲ καμμιὰ Οὐτοπία, Ἡλιούπολη ἢ Νεφελοκοκκυγία. Ἀντιθέτως ἡ ἴδια ἡ λέξη «πολιτικὴ» χρησιμοποιεῖται συχνὰ γιὰ νὰ εἰκονίσῃ πλάγιους καὶ ὄχι τίμιους τρόπους συμπεριφορᾶς, κάποιους δηλαδὴ ἑλιγμοὺς, μὲ τοὺς ὁποίους ἐπιζητεῖται ἡ ἀπόκρυψη τῶν πραγματικῶν, δηλαδὴ τῶν ἀληθινῶν, προθέσεων καὶ αἰσθημάτων. Ἐπιστρέφουμε δηλαδὴ στὸν χαρακτηρισμὸ τῆς πολιτικῆς ὡς θεατρικῆς παραστάσεως, ὅπου, κατὰ τὸν Δημοσθένη, «μέγα μέρος τῆς ἐν τῷ δήμῳ πειθοῦς», καὶ πρῶτον καὶ μέσον καὶ ἔσχατον, εἶναι ἡ «ὑπόκρισις».

 

 

   Αὐτὸ λοιπὸν ποὺ προσφυῶς ἔχει λεχθῆ, ὅτι ἡ ὑποκρισία εἶναι ὁ φόρος ποὺ πληρώνει ἡ κακία στὴν ἀρετή, μπορεῖ, νομίζω,   κατ’ ἀναλογίαν νὰ ἀποδοθῇ καὶ στὴν πολιτικὴ «ὑπόκρισιν», ἡ ὁποία ἐν προκειμένῳ εἶναι τὰ διόδια ποὺ ὑποχρεοῦται νὰ καταβάλλῃ τὸ ψεῦδος στὴν ἀλήθεια. Οἱ «χαλασοχώρηδες», γράφει ὁ Παπαδιαμάντης, «πρὶν κατέλθουν εἰς τὸν ἀγῶνα θὰ ὑποδυθοῦν τὴν φιλανθρωπίαν ὡς προσωπεῖον, θὰ φορέσουν τὴν δημοτικότητα ὡς κόθορνον. Καὶ μεταξὺ δύο ἀντιπάλων μετερχομένων τὴν αὐτὴν διαφθοράν, θὰ ἐπιτύχῃ ἐκεῖνος, ὅστις εὐπρεπέστερον φορεῖ τὸ προσωπεῖον κι ἐπιδεξιώτερον τὸν κόθορνον»! Βέβαια σήμερα αὐτοῦ τοῦ εἴδους ἡ πολιτικὴ ὑποκρισία, ὅπως καὶ ἐσχάτως ἀπεδείχθη, ἐνέχει τὸν προφανῆ κίνδυνο τῆς ἀμέσου καὶ ὀδυνηρῆς ἀποκαλύψεως. Διότι, εἶναι σχεδὸν ἀνέφικτο νὰ ἐξαφανίσῃς τοὺς «σκελετοὺς» ποὺ ἔχεις τυχὸν κρυμμένους στὸ «ντουλάπι» σου, ὅταν κατ’ ἀνάγκην θὰ στραφοῦν ἐπάνω σου οἱ ἠλεκτρονικοὶ προβολεῖς τῆς δημοσιότητος καὶ θὰ ἀναλύσουν τὸν βίο σου ὡς ἀξονικοὶ τομογράφοι. Εἶναι προφανὲς ὅτι στὶς ἡμέρες μας ἐπαληθεύεται καθημερινῶς τὸ Γραφικὸν «οὐ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη» ἢ τὸ λαϊκὸν γιὰ τὴν μαϊμοῦ, ποὺ ὅσο ἀνεβαίνει ψηλότερα, τόσο πιὸ πολὺ ἐκθέτει τὰ ἀπόκρυφά της.

 

   Ὅταν λοιπὸν ἡ πολιτική (δηλαδὴ οἱ πολιτικοί) καὶ κάποιες δυναμικὲς μειοψηφίες πανταχοῦ τῆς γῆς, δὲν μποροῦν νὰ ἀποκρύψουν «τὴν τῶν πραγμάτων ἀλήθειαν», δηλαδὴ τὰ ἀσύστολα ψεύδη τους, τότε ὁπλίζονται μὲ ἀπύθμενο θράσος καὶ ὀνομάζουν, καὶ ἐπιχειροῦν νὰ ἐπιβάλουν στὶς συνειδήσεις τῶν λαῶν ὡς ἀλήθεια, τὰ ψεύδη ἐκεῖνα. Αὐτὴ εἶναι ἡ δημαγωγικὴ τακτικὴ τῆς ἀποκαλούμενης «πολιτικῆς ὀρθότητας», ἡ ὁποία μέσῳ τῆς μολύνσεως τοῦ γλωσσικοῦ περιβάλλοντος, μὲ ἀσαφεῖς νεολογισμοὺς καὶ μὲ ἀπαξιωτικοὺς χαρακτηρισμοὺς ἀνθρώπων, ἀντιλήψεων καὶ συμπεριφορῶν, προσπαθεῖ νὰ ἐπιβάλῃ ὡς ἀληθὲς τὸ ἑκάστοτε συμφέρον τῶν ἐλαχίστων. Περὶ αὐτῶν ἔχουμε ἀρκετὰ σημειώσει κατὰ τὸ παρελθὸν στὶς σελίδες αὐτές, κυρίως δὲ ἔχουμε ἐπισημάνει ὅσα ἐθνομηδενιστικὰ ἢ ἀλλοτριωτικὰ τῆς πατρίας ἀγωγῆς ἐπιχειροῦνται στὴν ἐκπαίδευση. Διότι ἡ «πολιτικὴ ὀρθότητα», ἡ νέα αὐτὴ σοφιστική, δὲν ἀμφισβητεῖ μόνον τὴν δημοκρατικὴ ἀρχὴ τῆς πλειοψηφίας, ἢ τὴν ἱστορικὴ ἀλήθεια, ὃπως αὐτὴ ἀποδεικνύεται ἀπὸ τὰ μνημεῖα καὶ τὰ κείμενα, ἀλλὰ καὶ αὐτοὺς ἀκόμη τοὺς αὐταπόδεικτους νόμους τῆς λογικῆς ἢ τῆς φύσεως.

 

 

   Ὅλην αὐτὴν τὴν περιφρόνηση καὶ τὴν διαστροφὴ τῆς ἀλήθειας, ἀκόμη καὶ τῆς πλέον προφανοῦς, μπορεῖς, φίλε ἀναγνώστη, νὰ τὴν διαπιστώσῃς καθημερινῶς σὲ ὅσα λέγονται καὶ συμβαίνουν ἀτυχῶς στὸν τόπο μας καὶ ἰδίως σὲ ἐκεῖνα ποὺ ἀφοροῦν τὴν περιβόητη συμφωνία τῶν Πρεσπῶν. Ἴσως ὁ κ. Πρωθυπουργὸς δὲν τὸ ἀντελήφθη, ἀλλὰ τὸ πρόβλημα ποὺ ἐν προκειμένῳ προκύπτει μεταξὺ τοῦ πολιτικῶς ὀρθοῦ καὶ τοῦ ὄντως ἀληθινοῦ, τὸ διετύπωσε στὸ ἀκριτικὸ Ἀγαθονήσι τὴν ἡμέρα τῆς ἐθνικῆς ἑορτῆς. Εἶπε λοιπόν, συμφωνῶντας μὲ τὸν ἐθνικό μας ποιητή, ὅτι «τὸ ἔθνος πρέπει νὰ θεωρῇ ἐθνικὸν ὅ,τι εἶναι ἀληθές»! Βεβαίως ἐπ’ αὐτοῦ πολλὰ εἶναι δυνατὸν νὰ λεχθοῦν, ἀλλ’ εἶναι προφανὲς ὅτι πρόθεση τοῦ κ. Τσίπρα ἦταν νὰ ὑποστηρίξῃ μέσῳ τοῦ Διονυσίου Σολωμοῦ ὅτι ἡ συμφωνία ποὺ ὑπέγραψε ἀποτυπώνει τὴν ἀλήθεια καὶ ἑπομένως δὲν εἶναι ἐθνικῶς ἐπιζήμια.

 

 

   Ἐδῶ ὅμως προκύπτουν κάποια ἐρωτήματα, τὰ ὁποῖα δὲν φαίνεται νὰ ἔλαβε ὑπ’ ὄψιν του, ὅταν ἀποδεχόταν τὴν ταύτιση τοῦ ἐθνικοῦ μὲ τὸ ἀληθές. Διότι βάσει τῆς συμφωνίας αὐτῆς τὸ ἔθνος μας πρέπει νὰ ἀποδεχθῇ ὅτι εἶναι ἱστορικῶς ἀληθὴς ἡ ὕπαρξη στὰ Σκόπια μακεδονικῆς γλώσσας καὶ ἐθνότητας καὶ ἴσως ἀκόμη ὅτι, ὡς Μακεδόνας, ὁ Ἀλέξανδρος ἦταν Σκοπιανὸς καὶ ὡμιλοῦσε τὴν σλαβοβουλγαρικὴ διάλεκτο τῆς πατρίδας του, ἡ ὁποία ἐξ ἄλλου γι’ αὐτὸ ἐπιμένει νὰ τὸν τιμᾷ μὲ πλῆθος ἀνδριάντων, ἐνῶ τὸ ἄγαλμά του ἐδῶ ἀναπαύεται σὲ κάποιαν ἀποθήκη τοῦ Δήμου Ἀθηναίων. Συγχρόνως, ἀφοῦ ἔχουμε θέσει σ’ αὐτὰ τὴν ὑπογραφή μας, τὰ θεωροῦμε ἐπισήμως ἀληθινὰ καί, κατὰ συνέπειαν, τὰ παραχωροῦμε ὡς ἐθνικὰ τοῦ ἀνυπάρκτου «ἔθνους» τῶν Σκοπίων, ποὺ μὲ τὴν ἄδειά μας πλέον θὰ ἀποκαλεῖται παγκοσμίως Μακεδονικό! Ἀντιθέτως, ἂν αὐτὰ ποὺ ὑπέγραψε ὁ κ. Τσίπρας δὲν εἶναι ἀληθινά, οὔτε ἐθνικὰ εἶναι, καὶ ἑπομένως στὶς Πρέσπες ὑπεγράφη μιὰ μὴ ἐθνικὴ ἢ ἀντεθνικὴ συμφωνία.

 

 

   Ὑπάρχει ὅμως καὶ μιὰ ἄλλη ἐκδοχὴ γιὰ τὴν πρωθυπουργικὴ ἀποδοχὴ τοῦ Σολωμικοῦ ὁρισμοῦ, τὴν ὁποίαν προφανῶς δὲν μποροῦσε οὔτε κἂν νὰ φαντασθῇ ὁ Σολωμός. Διότι εἶναι γνωστὸν ὅτι μὲ τὶς εὐλογίες τοῦ κ. Τσίπρα κάποιοι ἀπὸ τοὺς ἀποκαλούμενους ἐθνομηδενιστὲς ἢ ἀποδομητὲς τῆς ἐθνικῆς ἱστορίας ἀνέλαβαν νὰ ἀνασυντάξουν τὰ προγράμματα καὶ νὰ καθορίσουν τὴν ὕλη τῆς Ἱστορίας, καὶ ὄχι μόνον αὐτῆς, στὴν Γενικὴ Ἐκπαίδευση. Εἶναι γνωστὸν ὅτι ὅλοι αὐτοί, παραβλέποντας τὰ κείμενα καὶ τὰ πράγματα ποὺ βοοῦν περὶ τοῦ ἀντιθέτου, ἀρνοῦνται τὴν ὕπαρξη ἑλληνικοῦ ἔθνους, τοῦ ὁποίου τὴν ὕπαρξη ταυτίζουν μὲ τὴν ἵδρυση τοῦ ἑλλαδικοῦ κράτους πρὸ διακοσίων μόλις ἐτῶν! Ἂν λοιπόν, ὅπως εἶναι λογικῶς ἑπόμενο, ὑποθέσουμε ὅτι καὶ ὁ Πρωθυπουργός μας ἀποδέχεται (κατὰ τὸν Μαστρογιάννη καὶ τὰ κοπέλια του) τὶς ἐθνομηδενιστικὲς αὐτὲς ἀπόψεις ὡς ἀληθινές, τότε, κατὰ συνέπειαν, ὀρθῶς ὑπέγραψε τὴν συμφωνία, ἀφοῦ καμμία σχέση ἐθνικὴ δὲν ἔχουμε, κατ’ αὐτόν, ἐμεῖς, οἱ αὐτοαποκαλούμενοι σήμερα ἕλληνες, μὲ τοὺς ἀρχαίους γενικῶς, καὶ εἰδικώτερα μὲ τοὺς Μακεδόνες! Προφανῶς λοιπὸν καὶ ἡ Μακεδονία δὲν εἶναι ἑλληνική, ἀφοῦ κι ἐμεῖς δὲν εἴμαστε πράγματι ἕλληνες!

 

   Στὸ σημεῖο αὐτό, γιὰ νὰ μὴν τρελλαθοῦμε, φίλε ἀναγνώστη, ἂς ὑποθέσουμε πάλι ὅτι ἡ ἀλήθεια γιὰ ὁποιοδήποτε σοβαρὸ ἐθνικὸ ζήτημα ἀμφισβητεῖται καὶ διχάζει τὸ πολιτικὸ σῶμα. Τότε, κατ’ ἀνάγκην, στὶς δημοκρατούμενες πολιτεῖες εἶναι μονόδρομος ἡ ἀποδοχὴ τῶν ἀποφάσεων τῆς πλειοψηφίας, ἀκόμη καὶ ἂν αὐτὲς εἶναι ἐσφαλμένες ἢ καὶ ἀνόητες. Ἒν προκειμένῳ λοιπὸν οἱ ἐφαρμόζοντες τὴν θεωρία τοῦ πολιτικῶς ὀρθοῦ, μολονότι γνωρίζουν τὴν σαφῆ ἀντίθεση τῆς συντριπτικῆς πλειοψηφίας τῶν πολιτῶν, ἐπιχειροῦν νὰ μειώσουν τὴν δυναμική της διαβάλλοντες καὶ ὑποβαθμίζοντες τὴν ἀξιοπιστία τῶν ἀντιδράσεων ἢ παραβλέποντες τὴν οὐσία τῆς Δημοκρατίας καὶ καλυπτόμενοι πίσω ἀπὸ ὁριακὲς καὶ εὐκαιριακές, μέσῳ συναλλαγῶν, κοινοβουλευτικὲς πλειοψηφίες καὶ τυπικὲς διαδικασίες. Εἶναι, νομίζω, χαρακτηριστικὸν ὅτι καὶ στὶς δύο χῶρες ἀγνοήθηκε ἡ θέληση τοῦ λαοῦ, ἡ ὁποία στὰ Σκόπια εἶχε ἐκφραστῆ μὲ τὴν ἀποχὴ ἀπὸ τὸ σχετικὸ δημοψήφισμα, καὶ ἐδῶ μὲ τὶς πολυπληθεῖς διαδηλώσεις, τὶς σαφεῖς δημοσκοπήσεις καὶ τὶς λοιπὲς διαμαρτυρίες. Παρὰ ταῦτα, ὁ Πρωθυπουργός μας, πού, ὅπως εἶπε, ταυτίζει τὸ ἐθνικὸ μὲ τὸ ἀληθινό, ἀπαντῶντας σὲ σχετικὴ ἐρώτηση τοῦ Γάλλου Προέδρου, περὶ τοῦ ποῖοι ἀντιδροῦν στὴν συμφωνία τῶν Πρεσπῶν, ἀπήντησε:

 

- Κάποιοι ἐλάχιστοι ἀκροδεξιοὶ λαϊκιστές!

 

 

Βεβαίως καὶ ἡ ἐρώτηση ἦταν ὑποκριτική, ὅπως καὶ ἡ ἀπάντηση· διότι δὲν μπορῶ νὰ φαντασθῶ ὅτι ἡ γαλλικὴ πρεσβεία δὲν εἶχε ἐνημερώσει τὸν κ. Μακρὸν περὶ τοῦ τί πράγματι συνέβαινε καὶ συμβαίνει, ὄχι μόνον ἐπ’ αὐτοῦ, ἐν Ἑλλάδι.

 

 

   Ἡ ὑποκριτικὴ ὅμως ἄρνηση μιᾶς προφανοῦς ἀληθείας δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ μείνῃ ἐπὶ πολὺ χωρὶς συνέπειες, διότι «τὸ ψέμα ἔχει κοντὰ ποδάρια» ὅπως διδάσκει ἡ λαϊκὴ σοφία, καὶ οἱ συνέπειες αὐτὲς δυστυχῶς ἀναμένεται ὅτι θὰ πλήξουν μᾶλλον τὶς ἑπόμενες γενεές τῶν ἐλλήνων. Ἐξ ἄλλου καὶ ἡ παροῦσα γενεὰ δοκιμάζει ἀπὸ ἀρκετῶν ἤδη ἐτῶν τοὺς πικροὺς καρποὺς μιᾶς πολιτικῆς ἀπάτης, μιᾶς κίβδηλης εὐημερίας, στηριγμένης καὶ αὐτῆς στὰ «κοντὰ ποδάρια» τοῦ πολιτικοῦ ψεύδους. Τὰ παρεπόμενα ὅμως αὐτὰ δὲν ἀφοροῦν μόνον τὸ πολιτικὸ ψεῦδος, τὴν δημαγωγία δηλαδή, τὶς ὁποίας τὶς ἐπιπτώσεις μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀναγνωρίσῃ σὲ ὅλες σχεδὸν τῆς σελίδες τῆς Ἱστορίας, ἀλλὰ καὶ κάθε εἶδος ἀσύστολου ψεύδους, ποὺ συχνὰ ἑκουσίως εἰσάγουμε στὴν ζωή μας, ἀφοῦ τὸ μεταμφιέσουμε σὲ ἀλήθεια μὲ κομψὰ περιτυλίγματα καὶ ἰδεολογικὲς παρλαπίπες.

 

 

   Τὴν εὐαισθησία, μὲ τὴν ὁποίαν πρέπει νὰ ἐπιδιώκουμε πάντοτε τὸ «ἀληθεύειν» διδάσκει ἕνα περιστατικὸ ἀπὸ τὸν βίο τοῦ Σόλωνος, τὸ ὁποῖο διέσωσεν ὁ Πλούταρχος. Στὰ γηρατειά του λοιπὸν ὁ σοφὸς ἐκεῖνος νομοθέτης συνέβη νὰ παρακολουθήσῃ μιὰ παράσταση τῆς ἀδιαμόρφωτης ἀκόμη τραγωδίας, ὅπως τὴν παρουσίαζε περιοδεύοντας στοὺς Δήμους τῆς Ἀττικῆς καὶ «ὑποκρινόμενος» ὁ Θέσπις. Μετὰ τὸ τέλος τοῦ θεάματος ὁ Σόλων τὸν ἐπλησίασε καὶ τὸν ἐρώτησε πῶς δὲ ντρέπεται νὰ λέγῃ ἐνώπιον τόσων πολλῶν τόσο μεγάλα ψέματα. Ὁ Θέσπις ἀπελογήθη λέγοντας «μὴ δεινὸν εἶναι μετὰ παιδιᾶς τὰ τοιαῦτα λέγειν καὶ πράσσειν», δηλαδὴ ὅτι δὲν εἶναι κακὸ νὰ ἀφηγῆται καὶ νὰ ὑποδύεται ὅλα αὐτὰ ὄχι βέβαια στὰ σοβαρά, ἀλλὰ σὰν παιχνίδι, γιὰ διασκέδαση. Τότε ὁ Σόλων «σφόδρα τῇ βακτηρίᾳ τὴν γῆν πατάξας· ταχὺ μέντοι τὴν παιδιάν, ἔφη, ταύτην ἐπαινοῦντες οὕτω καὶ τιμῶντες εὑρήσομεν ἐν τοῖς συμβολαίοις». Δηλαδή, χτύπησε μὲ ὀργὴ τὸ ραβδί του στὸ χῶμα καὶ εἶπε ὅτι, ἂν τόσο πολὺ ἐπαινοῦμε καὶ τιμοῦμε αὐτὰ τὰ παιχνίδια, θὰ τὰ συναντήσουμε σύντομα καὶ μέσα στὶς σοβαρὲς ὑποθέσεις μας! Εἶναι νομίζω ἰδιαιτέρως διδακτικὴ ἡ παιδαγωγικὴ αὐτὴ ἀνησυχία τοῦ ἀρχαίου νομοθέτη, ἡ ὁποία ὑποψιάζεται τὸ ψεῦδος ἀκόμη καὶ στὴν θεατρικὴ σύμβαση, ἡ ὁποία ἀσφαλῶς δὲν ἐξαπατᾷ τὸν ἐνήλικο θεατή. Ἴσως ὅμως πρέπει σοβαρῶς νὰ ἀπασχολήσῃ τὴν κοινωνία μας ἡ ἀσυδοσία τῶν ψευδῶν μηνυμάτων ποὺ κυρίως διὰ τῆς ὑποκριτικῆς τέχνης ἐκπέμπονται σήμερα ἠλεκτρονικῶς μὲ ἀποδέκτες ἀνήλικους καὶ ἀνώριμους ἀνθρώπους.

 

 

   Ἐπειδὴ ὅμως ἐδῶ ὁμιλοῦμε καὶ γιὰ τὴν ἰδεοληπτικὴ συνωμοσία τοῦ ψεύδους ποὺ ἀποκαλεῖται «πολιτικὴ ὀρθότητα» (politikallycorrect), νομίζω πὼς εἶναι ἐνδιαφέρουσα μιὰ εἴδηση ποὺ ἔχει δημοσιευθῆ, ὅπως διαβάζω, στὴν Βρεταννικὴ ἐφημερίδα WallStreetJournal. Σύμφωνα μὲ τὸ ἄρθρο αὐτὸ τελευταίως στὴν Βρεταννία πολλοὶ γονεῖς ζοῦν μιὰ κόλαση, διότι πιέζονται ἀπὸ τὰ ἀνήλικα (10 – 16 ἐτῶν) παιδάκια τους ποὺ ἀπαιτοῦν τὴν συναίνεσή τους γιὰ ἀλλαγὴ φύλου, ἡ ὁποία βέβαια συνεπάγεται μόνιμους ἀκρωτηριασμούς. Σήμερα ὑποβάλλονται ἐκεῖ 7 – 10 αἰτήσεις ἀλλαγῆς φύλου τὴν ἑδομάδα, ἐνῶ κατὰ τὸ παρελθὸν ἡ συχνότητα τῶν αἰτήσεων ἦταν μία κάθε λίγους μῆνες! Αὐτὰ εἶναι προφανῶς τὰ ἀποτελέσματα τῆς εἰσβολῆ στὴν Ἐκπαίδευση, παλαιότερα ἐκεῖ, τοῦ «πολιτικῶς ὀρθοῦ», καὶ τῶν συναφῶν ἰδεολογημάτων τοῦ «κοινωνικοῦ φύλου», τῆς «ἀναδόμησης τῶν ἐμφύλων στερεοτύπων», τῆς «δυσφορίας φύλου» καὶ τῶν ἄλλων ἰδεοληψιῶν, ποὺ πρὸ δύο ἐτῶν ἔχουν εἰσαχθῆ ἀτυχῶς καὶ διδάσκονται, κατόπιν προφανῶς ἰσχυρῶν ἐσωτερικῶν καὶ ἐξωτερικῶν πολιτικῶν πιέσεων, καὶ στὰ σχολεῖα μας. Μιὰ παρόμοια κατάσταση πολιτικῆς καὶ ἠθικῆς παρακμῆς περιγράφει ὁ Παλαμᾶς:

 

                           Ἡ Πολιτεία λωλάθηκε κι ἀπόπαιδα τὰ κάνει

                           τὸν Νοῦ, τὸν Λόγο, τὴν Καρδιά, τὸν Ψάλτη, τὸν Προφήτη.

                           Κάθε σπαθί, κάθε φτερό, κάθε χλωρὸ στεφάνι

                           στὴ λάσπη. Σταῦλος ὁ ναός, μπουντρούμι καὶ τὸ σπίτι...

 

 

   Δὲν εἶναι ὅμως μόνον ἡ Πολιτεία καὶ οἱ πολιτικοί της ποὺ «λωλάθηκαν», ποὺ καταφρονοῦν τὴν ἀλήθεια καὶ νομοθετοῦν τὸ ψεῦδος. Δυστυχῶς τὰ παντὸς εἴδους ψεύδη ἔχουν ἐγκολπωθῆ, σκοπίμως ἢ ἐπιπολαίως, ὄχι ὀλίγοι συμπολῖτες μας, οἱ ὁποῖοι γοητεύονται ἀπὸ τὶς Σειρῆνες τῶν ὡραίων λόγων, ἀπὸ ἀνοχὲς στὶς καταχρήσεις δικαιωμάτων ἢ ἀπὸ ἐλαφρύνσεις στὴν ἐκπλήρωση ὀχληρῶν καθηκόντων. Ὑπάρχουν συνέλληνες ποὺ συγχέουν τὴν ἐλευθερία μὲ τὴν ἐλευθεριότητα, ποὺ ἐνθουσιάζονται καὶ ἐπευφημοῦν τὶς παντὸς εἴδους προφανεῖς σοφιστεῖες, ὅπως καὶ οἱ Καβαφικοὶ ἐκεῖνοι Ἀλεξανδρινοὶ πολῖτες τῆς παρακμῆς, μολονότι ἐπίσης καὶ αὐτοὶ

                                                                           ἔνοιωθαν βέβαια          

                                     ποὺ ἦσαν λόγια αὐτὰ καὶ θεατρικά...

                                     μ’ ὅλο ποὺ βέβαια ἤξευραν τί ἄξιζαν αὐτά,

                                     τί κούφια λόγια ἤσανε αὐτὲς οἱ βασιλεῖες.

 

 

Γι’ αὐτὸ συνεχίζει ὁ Παλαμᾶς:

 

 

                             Δὲν ἔχεις, Ὄλυμπε θεούς, μηδὲ λεβέντες ἡ Ὄσσα,

                             ραγιάδες ἔχεις, μάννα γῆ, σκυφτοὺς γιὰ τὸ χαράτσι·

                             κοῦφιοι κι ὀκνοὶ καταφρονοῦν τὴ θεία τραχειά σου γλῶσσα

                             τῶν εὐρωπαίων περίγελα καὶ τῶν ἀρχαίων παλιάτσοι.

 

 

   Ἀπὸ πολλῶν ἐτῶν, φίλε ἀναγνώστη, μὲ κάθε μέσο συντελεῖται σταδιακῶς ὁ πνευματικὸς καὶ ἠθικὸς ἀφοπλισμὸς τῶν ἑλλήνων. Μὲ τὴν συνεχῆ διαβολὴ τῶν πατρογονικῶν ἀξιῶν καὶ τὸν θρησκευτικὸ ἀποχρωματισμό, μὲ τὴν ὑπονόμευση τῶν οἰκογενειακῶν θεσμῶν καὶ τὴν διάλυση τῆς παιδείας, μὲ τὴν ἐκβαρβάρωση τῆς γλώσσας καὶ τὴν ἀποδόμηση τῆς Ἱστορίας ξεπουλήσαμε τὴν ἀλήθεια καὶ στὴν θέση της ἐνθρονίσαμε τὰ πλέον ὀλέθρια ψεύδη. Ἔχουμε καταντήσει τὸν τόπο μας ἀποθέτη παντὸς εἴδους ἰδεοληπτικῶν σκουπιδιῶν. Χάσαμε λοιπὸν ἑκουσίως τὴν ἐλευθερία μας καὶ γίναμε ἕρμαια τῆς ἀσυδοσίας τῶν ἀγορῶν.

 

 

   Ἂς ἐλπίσουμε ὅμως ὅτι αὐτὸς ὁ ἀπροσδόκητος πατριωτισμὸς ποὺ ἐκδηλώνεται τὸν τελευταῖο καιρὸ, εἶναι ὄντως μιὰ γνήσια ἐλπίδα, μιὰ δυναμικὴ καὶ λυτρωτικὴ πηγὴ ἐλευθερίας, ὅπως αὐτὲς ποὺ ἐπικαλεῖται ὁ Ν. Γκάτσος:

 

 

                           Ἔλα τῆς θάλασσας θεριὸ καὶ τοῦ πελάγου μπόρα

                           τὸ φοβερὸ σκουπιδαριὸ νὰ διώξῃς ἀπ’ τὴ χώρα!

 

 

 

 

 

LOGOK